- παρατίλτρια
- ἡ, Αδούλη η οποία έβγαζε τραβώντας τες τις τρίχες από το σώμα τής κυρίας της.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρατίλλω + επίθημα -τρια (πρβλ. γεννή-τρια)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
παρατίλτρια — female slave who plucked the hairs fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρατιλτρίας — παρατιλτρίᾱς , παρατίλτρια female slave who plucked the hairs fem acc pl παρατιλτρίᾱς , παρατίλτρια female slave who plucked the hairs fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρατιλτριῶν — παρατίλτρια female slave who plucked the hairs fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρατιλτρίαις — παρατίλτρια female slave who plucked the hairs fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)